Κανονίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: κανονίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
düzenlemek, sağlayabilir, düzenleyebilirsiniz, olanağı, düzenleme
Κανονίζω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κανονίζω

κανονίζω slang, κανονίζω ραντεβού, κανονίζω συνώνυμα, κανονίζω αγγλικα, κανονίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, κανονίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • καναρίνι στα τούρκικα - kanarya, Canary, Canaria, kanaryalar, kanaryayı
  • κανείς στα τούρκικα - kimse, hiç kimse, kimsenin, hiç kimsenin
  • κανονικά στα τούρκικα - normalde, normal, normal olarak, genellikle
  • κανονικός στα τούρκικα - normal, normal bir, normaldir, normale
Τυχαίες λέξεις
Κανονίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: düzenlemek, sağlayabilir, düzenleyebilirsiniz, olanağı, düzenleme