Μαχαιρώνω στα τούρκικα

Μετάφραση: μαχαιρώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kısa kılıç, Dirk, İskoç kaması
Μαχαιρώνω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαχαιρώνω

μαχαιρώνω ονειροκρίτης, μαχαιρώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, μαχαιρώνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μαχαίρι στα τούρκικα - hançer, kama, bıçak, bıçağı, knife, bıçağın
  • μαχαιροπήρουνα στα τούρκικα - çatal bıçak takımı, çatal, cutlery, çatal bıçak, sofra takımı
  • μαχαλάς στα τούρκικα - mahalle, semt, çeyrek, mahala
  • μαχητικός στα τούρκικα - hırçın, mücadeleci, savaşçı, kavgacı, dövüş
Τυχαίες λέξεις
Μαχαιρώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kısa kılıç, Dirk, İskoç kaması