Μαχαιρώνω στα φινλανδικά
Μετάφραση: μαχαιρώνω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tökätä, sohia, iskeä, pistää, puukottaa, sorkkia, tikari, Dirk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαχαιρώνω
μαχαιρώνω ονειροκρίτης, μαχαιρώνω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, μαχαιρώνω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- μαχαίρι στα φινλανδικά - tikari, puukottaa, veitsi, veitsen, veitsellä, knife, veistä
- μαχαιροπήρουνα στα φινλανδικά - ruokailuvälineet, aterimet, ruokailuvälin, veitset, ruokailuvälineitä
- μαχαλάς στα φινλανδικά - ympäristö, naapurusto, lähiseutu, kolkka, vartti, lautanen, ahteri, ...
- μαχητικός στα φινλανδικά - taistelunhaluinen, taisteluhengestänne, combative, aggressiivisesta, ja aggressiivisesta
Τυχαίες λέξεις
Μαχαιρώνω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tökätä, sohia, iskeä, pistää, puukottaa, sorkkia, tikari, Dirk
Μεταφράσεις: tökätä, sohia, iskeä, pistää, puukottaa, sorkkia, tikari, Dirk