Ράσο στα τούρκικα

Μετάφραση: ράσο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cüppe, cassock
Ράσο στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ράσο

διαμαντόπουλος ράσο, όνειρο ράσο, το ράσο, ράσο νεστέροβιτς, ονειροκρίτης ράσο, ράσο λεξικό γλώσσας τούρκικα, ράσο στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ράπισμα στα τούρκικα - yumruklamak, Biff, yumruk, yumruk vurmak, Biff'in
  • ράπτης στα τούρκικα - terzi, özel, kişiye özel, kişiye, özel tasarlanmış
  • ράσπα στα τούρκικα - törpü, törpülemek, rencide etmek, kulak tırmalamak, sinir etmek
  • ράτσα στα τούρκικα - nesil, soy, doğurmak, cins, üremek, üretmek, ırkı
Τυχαίες λέξεις
Ράσο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: cüppe, cassock