Εισροή στα φινλανδικά

Μετάφραση: εισροή, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tulva, virta, virtaus, sisäänvirtaus, virtaamaan, sisäänvirtausta
Εισροή στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εισροή

εισροή συνώνυμο, εισροή ορισμός, εισροή λεξικό, εισροή νερού στα φράγματα, εισροή λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εισροή στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • εισπνέω στα φινλανδικά - hengittää, hengittää sisään, hengitä, hengittävät, hengittämistä
  • εισπνοή στα φινλανδικά - hengitettynä, hengitysteitse, hengitettyä, hengittäminen
  • εισχωρώ στα φινλανδικά - ujuttaa, soluttaa, soluttautua, ujuttautua, läpäistä, tunkeutua, tunkeutumaan, ...
  • εισόδημα στα φινλανδικά - korko, tulot, vero, ansio, tienesti, tulo, tulojen, ...
Τυχαίες λέξεις
Εισροή στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tulva, virta, virtaus, sisäänvirtaus, virtaamaan, sisäänvirtausta