Θρησκευτικός στα φινλανδικά
Μετάφραση: θρησκευτικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hengellinen, uskonnollinen, uskonnollisten, uskonnollisia, uskonnolliset, uskonnollisen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρησκευτικός
θρησκευτικός τουρισμός ορισμός, θρησκευτικός φονταμενταλισμός, θρησκευτικός ρατσισμός, θρησκευτικός ουμανισμός, θρησκευτικός γάμος, θρησκευτικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, θρησκευτικός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- θρηνώ στα φινλανδικά - suruvirsi, kaduttaa, surra, huolehtia, itkuvirsi, itkeä, särkeä, ...
- θρησκεία στα φινλανδικά - uskonto, usko, uskonnon, uskontoon, uskontoa, uskonnosta
- θρησκευόμενος στα φινλανδικά - uskonnollinen, hengellinen, uskonnollisten, uskonnollisia, uskonnolliset, uskonnollisen
- θριαμβευτικά στα φινλανδικά - jubilantly, riemukkaasti
Τυχαίες λέξεις
Θρησκευτικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: hengellinen, uskonnollinen, uskonnollisten, uskonnollisia, uskonnolliset, uskonnollisen
Μεταφράσεις: hengellinen, uskonnollinen, uskonnollisten, uskonnollisia, uskonnolliset, uskonnollisen