Ληστεύω στα φινλανδικά

Μετάφραση: ληστεύω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ryöstää, ylihinnoitella, rosvota, yliveloittaa, Rob, ryöstävät, varastaa, riistää
Ληστεύω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ληστεύω

ληστεύω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ληστεύω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ληστής στα φινλανδικά - ryöstäjä, rosvo, ryöväri, robber, ryövärin
  • ληστεία στα φινλανδικά - ryöstö, ryöstön, ryöstöstä, ryöstöjen, ryöstöt
  • λιάζομαι στα φινλανδικά - nauttia, paistatella, bask, BANO
  • λιανικός στα φινλανδικά - vähittäiskauppa, vähittäismyynti, myydä, levitellä, vähittäis-, vähittäiskaupan, kaupan
Τυχαίες λέξεις
Ληστεύω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ryöstää, ylihinnoitella, rosvota, yliveloittaa, Rob, ryöstävät, varastaa, riistää