Ληστεύω στα τσεχικά

Μετάφραση: ληστεύω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
oloupit, loupežit, vyloupit, okrást, ukrást, vykrást, loupit, krást, rob
Ληστεύω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ληστεύω

ληστεύω λεξικό γλώσσας τσεχικά, ληστεύω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ληστής στα τσεχικά - zloděj, loupežník, lupič, bandita, Loupežnice, robber
  • ληστεία στα τσεχικά - loupež, loupežnictví, lupičství, krádež, přepadení, loupeže, loupeží, ...
  • λιάζομαι στα τσεχικά - vyhřívat, slunit se, vyhřívat se, slunit, hřát
  • λιανικός στα τσεχικά - maloobchodní, maloobchod, prodejny, maloobchodu, maloobchodních
Τυχαίες λέξεις
Ληστεύω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: oloupit, loupežit, vyloupit, okrást, ukrást, vykrást, loupit, krást, rob