Συλλέγω στα φινλανδικά
Μετάφραση: συλλέγω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
perata, kokoilla, valinta, nokkia, kahmia, kääntää, keräytyä, poimia, koota, laatia, kasata, pistää, noukkia, kokoontua, kerätä, tonkia, kerää, keräämään, keräävät, kerättävä
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συλλέγω
συλλέγω κλίση, συλλέγω ετυμολογία, συλλέγω αρχικοί χρόνοι, συλλέγω χρονική αντικατάσταση, συλλέγω στιγμές, συλλέγω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συλλέγω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- συκοφαντικός στα φινλανδικά - imarteleva, sycophantic
- συκώτι στα φινλανδικά - maksa, maksan, maksassa, maksaan, maksa-
- συλλέκτης στα φινλανδικά - kollektori, perijä, rahastaja, keräilijä, kokooja, kerääjä, Collector, ...
- συλλαβή στα φινλανδικά - tavu, tavun, syllable, tavussa, tavua
Τυχαίες λέξεις
Συλλέγω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: perata, kokoilla, valinta, nokkia, kahmia, kääntää, keräytyä, poimia, koota, laatia, kasata, pistää, noukkia, kokoontua, kerätä, tonkia, kerää, keräämään, keräävät, kerättävä
Μεταφράσεις: perata, kokoilla, valinta, nokkia, kahmia, kääntää, keräytyä, poimia, koota, laatia, kasata, pistää, noukkia, kokoontua, kerätä, tonkia, kerää, keräämään, keräävät, kerättävä