Riflettere στα ελληνικά
Μετάφραση: riflettere, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εσκεμμένος, διαλογίζομαι, εικάζω, κερδοσκοπώ, ρεμβάζω, καθρέφτης, αντικατοπτρίζω, αντανακλώ, θεωρώ, αντικατοπτρίζουν, αντανακλούν, αντικατοπτρίζει, αντανακλά, απεικονίζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- riflessivo στα ελληνικά - αντανακλαστικός, αυτοπαθής, αντανακλαστικές, αντανακλαστική, αυτοπαθή
- riflesso στα ελληνικά - αντανάκλαση, προβληματισμού, προβληματισμό, αντανάκλαση του, τον προβληματισμό
- riflettore στα ελληνικά - προσκήνιο, φώτα της δημοσιότητας, φώτα, επίκεντρο, προβολέα
- riflusso στα ελληνικά - άμπωτη, παύση, υποχωρώ, παλινδρόμηση, αναρροή, αναρροής, κάθετο ψυκτήρα, ...
Τυχαίες λέξεις
Riflettere στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εσκεμμένος, διαλογίζομαι, εικάζω, κερδοσκοπώ, ρεμβάζω, καθρέφτης, αντικατοπτρίζω, αντανακλώ, θεωρώ, αντικατοπτρίζουν, αντανακλούν, αντικατοπτρίζει, αντανακλά, απεικονίζουν
Μεταφράσεις: εσκεμμένος, διαλογίζομαι, εικάζω, κερδοσκοπώ, ρεμβάζω, καθρέφτης, αντικατοπτρίζω, αντανακλώ, θεωρώ, αντικατοπτρίζουν, αντανακλούν, αντικατοπτρίζει, αντανακλά, απεικονίζουν