Actio στα ελληνικά

Μετάφραση: actio, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάβημα, δράση, αγωγή, επενέργεια
Actio στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acquiro στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, προμηθεύομαι
  • acroama στα ελληνικά - συναυλία
  • acutus στα ελληνικά - επικίνδυνος, αιφνίδιος, ριψοκίνδυνος, οξυδερκής, μυτερός, κοφτερός
  • ad στα ελληνικά - σε, προς
Τυχαίες λέξεις
Actio στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάβημα, δράση, αγωγή, επενέργεια