Gevoelig στα ελληνικά
Μετάφραση: gevoelig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύθικτος, αίθριος, μαλθακός, ευερέθιστος, ευαίσθητος, φίνος, ευάλωτος, ραφινάτος, εκλεπτυσμένος, λεπτός, ψιλή, πρόστιμο, καλλιεργημένος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gevoel στα ελληνικά - υφή, νιώθω, αισθάνομαι, αίσθημα, συναίσθημα, αίσθηση, το συναίσθημα, ...
- gevoelen στα ελληνικά - υφή, εμπειρία, νιώθω, αισθάνομαι, συναίσθημα, αίσθημα, αίσθηση, ...
- gevoeligheid στα ελληνικά - αίσθημα, ευαισθησία, ευαισθησίας, την ευαισθησία, της ευαισθησίας, η ευαισθησία
- gevogelte στα ελληνικά - πτηνό, πουλερικά, πουλερικών, τα πουλερικά, των πουλερικών, πουλερικών που
Τυχαίες λέξεις
Gevoelig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύθικτος, αίθριος, μαλθακός, ευερέθιστος, ευαίσθητος, φίνος, ευάλωτος, ραφινάτος, εκλεπτυσμένος, λεπτός, ψιλή, πρόστιμο, καλλιεργημένος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
Μεταφράσεις: εύθικτος, αίθριος, μαλθακός, ευερέθιστος, ευαίσθητος, φίνος, ευάλωτος, ραφινάτος, εκλεπτυσμένος, λεπτός, ψιλή, πρόστιμο, καλλιεργημένος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων