Nakijken στα ελληνικά
Μετάφραση: nakijken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εποπτεύω, επιβλέπω, εξετάζω, να εξετάσει, εξετάσει, εξετάζει, εξετάσουν, εξετάζουν
Μεταφράσεις
- najaar στα ελληνικά - εκπίπτω, πτώση, πέφτω, φθινόπωρο, το φθινόπωρο, φθινοπώρου, φθινόπωρο του, ...
- najagen στα ελληνικά - καταδιώκω, επιδιώκω, παγανίζω, φιλοδοξώ, ασκώ, κυνηγώ, κυνηγητό, ...
- naklank στα ελληνικά - απήχηση, ηχηρότητα, αντηχώ, αντήχηση, αντιλαλώ, μιμούμαι, συντονισμού, ...
- naklinken στα ελληνικά - αντιλαλώ, αντήχηση, αντηχώ, ηχώ, μιμούμαι, resound, αντηχούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Nakijken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εποπτεύω, επιβλέπω, εξετάζω, να εξετάσει, εξετάσει, εξετάζει, εξετάσουν, εξετάζουν
Μεταφράσεις: εποπτεύω, επιβλέπω, εξετάζω, να εξετάσει, εξετάσει, εξετάζει, εξετάσουν, εξετάζουν