Peinzen στα ελληνικά

Μετάφραση: peinzen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταθμίζω, αναχαράζω, συλλογίζομαι, αναμετρώ, ζυγιάζω, σκέπτομαι, διαλογίζεται, meditate, διαλογίζονται, διαλογιστείτε
Peinzen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • peignoir στα ελληνικά - γδύνω, γδύνομαι
  • peil στα ελληνικά - επίπεδο, βαθμός, βαθμολογώ, πτυχίο, επιπέδου, το επίπεδο, επίπεδα
  • pekelen στα ελληνικά - αλάτι, σαλαμούρα, ταριχεύω, καταβρέχω, εμβρέχω, βουτώ εις άλμην
  • pelgrim στα ελληνικά - προσκυνητής, προσκυνητή, προσκυνητών, Αγίου Ιακώβου, προσκυνητές
Τυχαίες λέξεις
Peinzen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταθμίζω, αναχαράζω, συλλογίζομαι, αναμετρώ, ζυγιάζω, σκέπτομαι, διαλογίζεται, meditate, διαλογίζονται, διαλογιστείτε