Pole στα ελληνικά
Μετάφραση: pole, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωράφι, τομέας, πεδίο, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- citoslovce στα ελληνικά - επιφώνημα, παρεμβολή, καθορισμένη παρεμβολή, το επιφώνημα
- elektrolýza στα ελληνικά - ηλεκτρόλυση, ηλεκτρόλυσης, της ηλεκτρόλυσης, την ηλεκτρόλυση, της ηλεκτρολύσεως
- objetí στα ελληνικά - αγκαλιάζω, αγκάλιασμα, αγκαλιάσει, αγκαλιάζουν, αγκαλιάσουν, αγκαλιά
- odpustitelný στα ελληνικά - συγχώρητος, συγχωρήσιμη, συγχωρητέοι, συγχωρήσιμο, Χαριστικό
Τυχαίες λέξεις
Pole στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωράφι, τομέας, πεδίο, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα
Μεταφράσεις: χωράφι, τομέας, πεδίο, τομέα, πεδίου, το πεδίο, τον τομέα