Αναχρονιστικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: αναχρονιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
anachronistic
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναχρονιστικός
αναχρονιστικός ορισμός, αναχρονιστικός συνώνυμο, αναχρονιστικός συνώνυμα, αναχρονιστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αναχρονιστικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αναχαράζω στα ισλανδικά - anacharazo
- αναχρονισμός στα ισλανδικά - anachronism, tímaskekkjan, tímaskekkjan mikla
- αναχώρηση στα ισλανδικά - burtför, brottför, frávik, Brotthvarf
- αναψυχή στα ισλανδικά - afþreying, afþreyingu, afþreyingar, útivistar, tómstundir
Τυχαίες λέξεις
Αναχρονιστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: anachronistic
Μεταφράσεις: anachronistic