Αναχρονιστικός στα δανικά

Μετάφραση: αναχρονιστικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anakronistisk, anakronistiske, utidssvarende, anakronisme, anakronistisk at
Αναχρονιστικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναχρονιστικός

αναχρονιστικός ορισμός, αναχρονιστικός συνώνυμο, αναχρονιστικός συνώνυμα, αναχρονιστικός λεξικό γλώσσας δανικά, αναχρονιστικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αναχαράζω στα δανικά - anacharazo
  • αναχρονισμός στα δανικά - anakronisme, anakronistisk
  • αναχώρηση στα δανικά - afgang, afrejse, afgange, afrejsen, afrejsedato
  • αναψυχή στα δανικά - rekreation, Recreation, Fritid, rekreative, fritidsaktiviteter
Τυχαίες λέξεις
Αναχρονιστικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anakronistisk, anakronistiske, utidssvarende, anakronisme, anakronistisk at