Απεριόριστα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: απεριόριστα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
неограничен, неограничено, неограничена, неограничени, неопределен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απεριόριστα
απεριόριστα 35, απεριόριστα cosmote, απεριόριστα κινητά, απεριόριστα 25, απεριόριστα 65, απεριόριστα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, απεριόριστα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- απεργοσπάστης στα βουλγαρικά - доносчик, измъквам се, Финк, Fink, доноснича
- απεριποίητος στα βουλγαρικά - занемарен, рошава, рошав, несресана, разхвърлян
- απεριόριστος στα βουλγαρικά - неограничен, неограничено, неограничена, неограничени, неопределен
- απεσταλμένος στα βουλγαρικά - пратеник, пратеник на, специален пратеник, Специалният пратеник, пратеника на
Τυχαίες λέξεις
Απεριόριστα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: неограничен, неограничено, неограничена, неограничени, неопределен
Μεταφράσεις: неограничен, неограничено, неограничена, неограничени, неопределен