Ευτέλεια στα γερμανικά

Μετάφραση: ευτέλεια, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fettleibigkeit, falschheit, gemeinheit, Gemeinheit, Geiz, Gehässigkeit, Niedrigkeit, Niedertracht
Ευτέλεια στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευτέλεια

ευτέλεια ετυμολογία, ευτέλεια ορισμός, γλωσσική ευτέλεια, ευτέλεια συνώνυμο, ευτέλεια λεξικό γλώσσας γερμανικά, ευτέλεια στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ευσυνείδητος στα γερμανικά - pingelig, ängstlich, sorgfältig, bedenklich, gewissenhaft, gewissen, Kriegsdienst, ...
  • ευσυνειδησία στα γερμανικά - rechtschaffenheit, Gewissenhaftigkeit, Pflichtbewusstsein, Bewusstsein
  • ευτελής στα γερμανικά - grundzahl, wurzel, grundlage, plattieren, fundamental, grund, untersatz, ...
  • ευτράπελος στα γερμανικά - witzig, scherzhaft, lustig, schalkhaft, waggish, schalkhaften, schalkhafte
Τυχαίες λέξεις
Ευτέλεια στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: fettleibigkeit, falschheit, gemeinheit, Gemeinheit, Geiz, Gehässigkeit, Niedrigkeit, Niedertracht