Παντρεύομαι στα εσθονικά
Μετάφραση: παντρεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
n, abielluma, naima, Wed, laulatama, Vihkiä
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παντρεύομαι
παντρεύομαι ονειροκρίτης, επιτέλουσ παντρεύομαι, δεν παντρεύομαι, παντρεύομαι ετυμολογία, πότε παντρεύομαι, παντρεύομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, παντρεύομαι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- παντρεμένη στα εσθονικά - abielus, abiellus, abiellusid, abiellunud, abielu
- παντρεμένος στα εσθονικά - abielus, abiellus, abiellusid, abiellunud, abielu
- παντόφλα στα εσθονικά - tuhvel, suss, Slipper, Toasussid, Crepidula
- πανωλεθρία στα εσθονικά - katastroof, fiasko, kriis, läbikukkumine, häving, Disaster
Τυχαίες λέξεις
Παντρεύομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: n, abielluma, naima, Wed, laulatama, Vihkiä
Μεταφράσεις: n, abielluma, naima, Wed, laulatama, Vihkiä