Πρόσκαιρος στα σουηδικά
Μετάφραση: πρόσκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
provisorisk, temporär, obeständig, obeständiga, obeständigt, impermanent, förgängligt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσκαιρος
πρόσκαιρος συνώνυμο, πρόσκαιρος λεξικό, πρόσκαιρος λεξικό γλώσσας σουηδικά, πρόσκαιρος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πρόσθετος στα σουηδικά - extra, ytterligare, tilläggs, kompletterande, ytterligare en
- πρόσθιος στα σουηδικά - anterior, främre, anteriora
- πρόσκληση στα σουηδικά - inbjudan, anbuds, anbudsinfordran, uppmaning
- πρόσκοπος στα σουηδικά - scout, spana, spanar
Τυχαίες λέξεις
Πρόσκαιρος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: provisorisk, temporär, obeständig, obeständiga, obeständigt, impermanent, förgängligt
Μεταφράσεις: provisorisk, temporär, obeständig, obeständiga, obeständigt, impermanent, förgängligt