Πρόσκαιρος στα λιθουανικά
Μετάφραση: πρόσκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nepastovus, laikina, Nepastovi, Nestabilus
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσκαιρος
πρόσκαιρος συνώνυμο, πρόσκαιρος λεξικό, πρόσκαιρος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πρόσκαιρος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πρόσθετος στα λιθουανικά - papildomas, papildoma, papildomos, papildomą, papildomų
- πρόσθιος στα λιθουανικά - priekinis, priekinė, priekinės, priekinio, priekinę
- πρόσκληση στα λιθουανικά - kvietimas, kvietimą, kvietimo, pakvietimas, pakvietimą
- πρόσκοπος στα λιθουανικά - sargybinis, sargyba, skautas, žvalgas, talentų ieškotojas, geras žmogus, patarnautojas
Τυχαίες λέξεις
Πρόσκαιρος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nepastovus, laikina, Nepastovi, Nestabilus
Μεταφράσεις: nepastovus, laikina, Nepastovi, Nestabilus