Ασανσέρ στα αλβανικά
Μετάφραση: ασανσέρ, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngre, ashensor, ashensori, ashensorit, ashensorin, ashensor i
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασανσέρ
ασανσέρ ντουλάπας, ασανσέρ για μονοκατοικίες, ασανσέρ φάρσα, ασανσέρ θεσσαλονίκη, ασανσέρ για δολοφόνους, ασανσέρ λεξικό γλώσσας αλβανικά, ασανσέρ στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- ασέβεια στα αλβανικά - pei-, pei- zazhit, zazhit
- ασήμαντος στα αλβανικά - vogël, i parëndësishëm, e parëndësishëm e, parëndësishme, parëndësishëm, të parëndësishme
- ασαφής στα αλβανικά - i paqartë, i mjegullt, paqartë, paqarta, të paqarta
- ασβέστης στα αλβανικά - gëlqere, bli, gëlqeres, limonit, gëlqereje
Τυχαίες λέξεις
Ασανσέρ στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ngre, ashensor, ashensori, ashensorit, ashensorin, ashensor i
Μεταφράσεις: ngre, ashensor, ashensori, ashensorit, ashensorin, ashensor i