Ασανσέρ στα ισπανικά

Μετάφραση: ασανσέρ, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
elevar, ascensor, elevador, empinar, levantar, enarbolar, subir, hurtar, izar, alzar, de ascensor, del ascensor, Elevator
Ασανσέρ στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασανσέρ

ασανσέρ ντουλάπας, ασανσέρ για μονοκατοικίες, ασανσέρ φάρσα, ασανσέρ θεσσαλονίκη, ασανσέρ για δολοφόνους, ασανσέρ λεξικό γλώσσας ισπανικά, ασανσέρ στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ασέβεια στα ισπανικά - irreverencia, la irreverencia, irreverente, irreverencias, de irreverencia
  • ασήμαντος στα ισπανικά - chico, secundario, trivial, insignificante, endeble, frívolo, vulgar, ...
  • ασαφής στα ισπανικά - indistinto, indeciso, vago, impreciso, vaga, vagas, vagos
  • ασβέστης στα ισπανικά - cal, lima, de cal, limón, la cal
Τυχαίες λέξεις
Ασανσέρ στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: elevar, ascensor, elevador, empinar, levantar, enarbolar, subir, hurtar, izar, alzar, de ascensor, del ascensor, Elevator