Δάνειο στα αλβανικά
Μετάφραση: δάνειο, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hua, kredisë, kredi, të kredisë, e kredisë
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δάνειο
δάνειο στεγαστικό, δάνειο μτπυ, δάνειο καταναλωτικό, δάνειο προς πρώϊμη αποπληρωμή, δάνειο πειραιώς, δάνειο λεξικό γλώσσας αλβανικά, δάνειο στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- δάκρυ στα αλβανικά - çjerr, lot, gris, lotsjellës, të heq, lotësjellës
- δάκτυλο στα αλβανικά - gisht, gishtin, gishti, gishtin e, gishtit
- δάρτης στα αλβανικά - plungers
- δάσκαλος στα αλβανικά - mësues, mësuesi, mësues i, mësuese, mësuesi i
Τυχαίες λέξεις
Δάνειο στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: hua, kredisë, kredi, të kredisë, e kredisë
Μεταφράσεις: hua, kredisë, kredi, të kredisë, e kredisë