Δάνειο στα σουηδικά

Μετάφραση: δάνειο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lån, lånet, låne, kredit
Δάνειο στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δάνειο

δάνειο στεγαστικό, δάνειο μτπυ, δάνειο καταναλωτικό, δάνειο προς πρώϊμη αποπληρωμή, δάνειο πειραιώς, δάνειο λεξικό γλώσσας σουηδικά, δάνειο στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • δάκρυ στα σουηδικά - slita, reva, tår, riva, river, sönder, sliter
  • δάκτυλο στα σουηδικά - finger, fingret, fingrar
  • δάρτης στα σουηδικά - Kolvar, Kolvarna, kolvarna, kolvar, Bult
  • δάσκαλος στα σουηδικά - lärare, läraren, lärar, lärarens
Τυχαίες λέξεις
Δάνειο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lån, lånet, låne, kredit