Δάνειο στα σλοβενικά
Μετάφραση: δάνειο, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
posojilo, posojila, kredit, za posojila
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δάνειο
δάνειο στεγαστικό, δάνειο μτπυ, δάνειο καταναλωτικό, δάνειο προς πρώϊμη αποπληρωμή, δάνειο πειραιώς, δάνειο λεξικό γλώσσας σλοβενικά, δάνειο στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- δάκρυ στα σλοβενικά - trgati, trganje, tear, solza, raztrga
- δάκτυλο στα σλοβενικά - prst, finger, prstov, prstom, prsta
- δάρτης στα σλοβενικά - Mešala, Potopne naprave, Potopne, bati, čepi
- δάσκαλος στα σλοβενικά - učiteljica, učitelj, profesor, učitelja, učiteljev, kot učitelj
Τυχαίες λέξεις
Δάνειο στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: posojilo, posojila, kredit, za posojila
Μεταφράσεις: posojilo, posojila, kredit, za posojila