Δυσάρεστος στα αλβανικά
Μετάφραση: δυσάρεστος, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i vrenjtur, vrenjtur, papëlqyeshme, e papëlqyeshme, papëlqyeshëm
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσάρεστος
δυσάρεστος συνώνυμα, δυσάρεστος λεξικο, δυσάρεστος σημασία, δυσάρεστος λεξικό γλώσσας αλβανικά, δυσάρεστος στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- δυνατός στα αλβανικά - fortë, fuqishëm, i mundshëm, i mundur, mundur, e mundur, jetë e mundur
- δυο στα αλβανικά - dy, me dy, dy të, e dy, të dy
- δυσανάγνωστος στα αλβανικά - i paqartë, paqartë, palexueshme, palexueshëm, të palexueshme
- δυσαρέσκεια στα αλβανικά - pakënaqësi, pakënaqësinë, pakënaqësia, pakënaqësinë e, pakënaqësia e
Τυχαίες λέξεις
Δυσάρεστος στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i vrenjtur, vrenjtur, papëlqyeshme, e papëlqyeshme, papëlqyeshëm
Μεταφράσεις: i vrenjtur, vrenjtur, papëlqyeshme, e papëlqyeshme, papëlqyeshëm