Δυσάρεστος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δυσάρεστος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
неприятен, неприятно, неприятна, неприятният, неприятната
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσάρεστος
δυσάρεστος συνώνυμα, δυσάρεστος λεξικο, δυσάρεστος σημασία, δυσάρεστος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δυσάρεστος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δυνατός στα βουλγαρικά - възможен, възможно, е възможно, възможно най, възможна
- δυο στα βουλγαρικά - две, два, двама, двете, двамата
- δυσανάγνωστος στα βουλγαρικά - нечетлив, нечетим, нечетимо, неразгадаемо, в нечетимо
- δυσαρέσκεια στα βουλγαρικά - недоволство, неудоволствие, недоволството, неодобрение, гняв
Τυχαίες λέξεις
Δυσάρεστος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: неприятен, неприятно, неприятна, неприятният, неприятната
Μεταφράσεις: неприятен, неприятно, неприятна, неприятният, неприятната