Κόπωση στα αλβανικά

Μετάφραση: κόπωση, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lodhje, tepërt, lodhja, lodhëm, këputje
Κόπωση στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόπωση

κόπωση συμπτώματα, κόπωση των επινεφριδίων, κόπωση και δέκατα, κόπωση υλικών, κόπωση και υπνηλία, κόπωση λεξικό γλώσσας αλβανικά, κόπωση στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • κόπος στα αλβανικά - shqetësoj, puna, i punës, punë, punës, të punës, e punës
  • κόπρανα στα αλβανικά - stol, fron, karrige, fron i, karrige e
  • κόρα στα αλβανικά - korr, kore, korja, korja e, kore e, dregëz
  • κόρη στα αλβανικά - bija, bijë, vajzë, vajza, vajza e
Τυχαίες λέξεις
Κόπωση στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: lodhje, tepërt, lodhja, lodhëm, këputje