Κόπωση στα νορβηγικά

Μετάφραση: κόπωση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tretthet, trettheten, trett, trøtthet, tretter
Κόπωση στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόπωση

κόπωση συμπτώματα, κόπωση των επινεφριδίων, κόπωση και δέκατα, κόπωση υλικών, κόπωση και υπνηλία, κόπωση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, κόπωση στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • κόπος στα νορβηγικά - bråk, slite, tretthet, larm, slit, bry, arbeidskraft, ...
  • κόπρανα στα νορβηγικά - krakk, avføring, avføringen, stol, krakken
  • κόρα στα νορβηγικά - skorpe, crust, skare, skorpen
  • κόρη στα νορβηγικά - datter, datteren, datteren min, Min datter, datters
Τυχαίες λέξεις
Κόπωση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: tretthet, trettheten, trett, trøtthet, tretter