Κόπωση στα σλοβενικά

Μετάφραση: κόπωση, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
utrujenost, preutrujenosti, utrujenosti, občutek utrujenosti
Κόπωση στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόπωση

κόπωση συμπτώματα, κόπωση των επινεφριδίων, κόπωση και δέκατα, κόπωση υλικών, κόπωση και υπνηλία, κόπωση λεξικό γλώσσας σλοβενικά, κόπωση στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • κόπος στα σλοβενικά - vadit, dela, delovne sile, delovne, delo
  • κόπρανα στα σλοβενικά - stolček, blatu, stol, blato, stool
  • κόρα στα σλοβενικά - crust, skorja, skorjo, skorje, skorji
  • κόρη στα σλοβενικά - hčerka, hči, hčerko, hčer, hčerinska
Τυχαίες λέξεις
Κόπωση στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: utrujenost, preutrujenosti, utrujenosti, občutek utrujenosti