Σφιχτός στα αλβανικά
Μετάφραση: σφιχτός, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngushtë, i ngushtë, shtrënguar, të shtrënguar, të ngushtë
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφιχτός
σφιχτός συνώνυμο, σφιχτός συνώνυμα, σφιχτός λεξικό γλώσσας αλβανικά, σφιχτός στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- σφηνώνω στα αλβανικά - bllokim, reçel, jam, reçeli, bllokim të
- σφικτά στα αλβανικά - fort, ngushtë, të ngushtë, fort të, ngushtësisht
- σφοδρά στα αλβανικά - inveighingly
- σφοδρός στα αλβανικά - i vrullshëm, i fortë, e fortë, vrullshëm, vrullshme
Τυχαίες λέξεις
Σφιχτός στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ngushtë, i ngushtë, shtrënguar, të shtrënguar, të ngushtë
Μεταφράσεις: ngushtë, i ngushtë, shtrënguar, të shtrënguar, të ngushtë