Σφιχτός στα ουγγρικά

Μετάφραση: σφιχτός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
beácsolt, feszes, hézagmentes, szoros, szűk, szorosan, szigorú
Σφιχτός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σφιχτός

σφιχτός συνώνυμο, σφιχτός συνώνυμα, σφιχτός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σφιχτός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σφηνώνω στα ουγγρικά - portáslakás, lak, kapusfülke, lekvár, jam, lekvárt, dzsem, ...
  • σφικτά στα ουγγρικά - szűken, szorosan, jól, légmentesen, szoros
  • σφοδρά στα ουγγρικά - inveighingly
  • σφοδρός στα ουγγρικά - tüzes, heves, vehemens, hevesen, indulatos, szenvedélyes
Τυχαίες λέξεις
Σφιχτός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: beácsolt, feszes, hézagmentes, szoros, szűk, szorosan, szigorú