Σφιχτός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: σφιχτός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вузкi, шчыльна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφιχτός
σφιχτός συνώνυμο, σφιχτός συνώνυμα, σφιχτός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, σφιχτός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- σφηνώνω στα λευκορωσικά - джэм, джем
- σφικτά στα λευκορωσικά - шчыльна
- σφοδρά στα λευκορωσικά - inveighingly
- σφοδρός στα λευκορωσικά - апантаны, несамавіты, шалёны, нястрымны
Τυχαίες λέξεις
Σφιχτός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вузкi, шчыльна
Μεταφράσεις: вузкi, шчыльна