Σφιχτός στα γερμανικά
Μετάφραση: σφιχτός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
hautnah, straff, knapp, fest, geizig, dicht, stramm, eng
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφιχτός
σφιχτός συνώνυμο, σφιχτός συνώνυμα, σφιχτός λεξικό γλώσσας γερμανικά, σφιχτός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- σφηνώνω στα γερμανικά - pförtnerhaus, einquartieren, pförtnerloge, häuschen, logieren, unterbringen, Marmelade, ...
- σφικτά στα γερμανικά - fest, dicht, eng
- σφοδρά στα γερμανικά - heftig, vehement, inveighingly
- σφοδρός στα γερμανικά - beheizt, erhitzte, vehement, heftig, heftigen, heftige, vehementen
Τυχαίες λέξεις
Σφιχτός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: hautnah, straff, knapp, fest, geizig, dicht, stramm, eng
Μεταφράσεις: hautnah, straff, knapp, fest, geizig, dicht, stramm, eng