Σφιχτός στα τούρκικα
Μετάφραση: σφιχτός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
cimri, hasis, sıkı, sıkı bir, dar, geçirmez, sıkıca
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σφιχτός
σφιχτός συνώνυμο, σφιχτός συνώνυμα, σφιχτός λεξικό γλώσσας τούρκικα, σφιχτός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σφηνώνω στα τούρκικα - kulübe, reçel, sıkışması, sıkışma, jam, reçeli
- σφικτά στα τούρκικα - sıkıca, sıkı, sıkı bir şekilde, sıkı bir, ağzı sıkıca
- σφοδρά στα τούρκικα - inveighingly
- σφοδρός στα τούρκικα - şiddetli, ateşli, vehement, hararetli, sert
Τυχαίες λέξεις
Σφιχτός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: cimri, hasis, sıkı, sıkı bir, dar, geçirmez, sıkıca
Μεταφράσεις: cimri, hasis, sıkı, sıkı bir, dar, geçirmez, sıkıca