Σφιχτός στα πολωνικά

Μετάφραση: σφιχτός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nieprzepuszczalny, rychły, ciasny, obcisły, szczelny, skąpy, kurczowy, mocno, ciasno, napięty
Σφιχτός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σφιχτός

σφιχτός συνώνυμο, σφιχτός συνώνυμα, σφιχτός λεξικό γλώσσας πολωνικά, σφιχτός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • σφηνώνω στα πολωνικά - loża, stróżówka, umieszczać, przechowanie, oświadczenie, portiernia, kwaterować, ...
  • σφικτά στα πολωνικά - mocno, pewnie, solidnie, stanowczo, ciasno, szczelnie, dobrze, ...
  • σφοδρά στα πολωνικά - zajadle, gwałtownie, inveighingly
  • σφοδρός στα πολωνικά - gorący, ożywiony, zapalczywy, gwałtowny, porywczy, zażarty, namiętny, ...
Τυχαίες λέξεις
Σφιχτός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: nieprzepuszczalny, rychły, ciasny, obcisły, szczelny, skąpy, kurczowy, mocno, ciasno, napięty