Τυλίγω στα αλβανικά

Μετάφραση: τυλίγω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mbështjell, mbuloj, perde, përqafoj, të mbështjellë, mbështjellë, pushtoj
Τυλίγω στα αλβανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τυλίγω

τυλίγω αγγλικά, τυλίγω συνώνυμο, τυλίγω συνώνυμα, τυλίγω λεξικό, τυλίγω λεξικό γλώσσας αλβανικά, τυλίγω στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • τσόφλι στα αλβανικά - bishtajë, pod, mbështjellëse, mbulesë, lëvozhgë
  • τσόχα στα αλβανικά - ndjerë, ndjeva, ndjeu, ndje, ndier
  • τυμπανιστής στα αλβανικά - baterist, bateristi, bateristin, daullexhi, drummer
  • τυπικός στα αλβανικά - tipik, tipike, tipike e, zakonshme, tipik i
Τυχαίες λέξεις
Τυλίγω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: mbështjell, mbuloj, perde, përqafoj, të mbështjellë, mbështjellë, pushtoj