Τύψη στα αλβανικά
Μετάφραση: τύψη, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pishman, brejtje e ndërgjegjes, bere pishman, keqardhje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τύψη
τύψη λεξικό γλώσσας αλβανικά, τύψη στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- τύφλωση στα αλβανικά - verbëri, verbëria, verbim, verbërinë, një ngurtësim
- τύχη στα αλβανικά - fat, pasuri, pasuri e, pasuri të, fat i
- τώρα στα αλβανικά - tash, tani, tashmë
- υαλώδης στα αλβανικά - i ngrirë, i tejdukshëm, i qelqtë, qelqtë, ngrirë
Τυχαίες λέξεις
Τύψη στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: pishman, brejtje e ndërgjegjes, bere pishman, keqardhje
Μεταφράσεις: pishman, brejtje e ndërgjegjes, bere pishman, keqardhje