Τύψη στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τύψη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
разкаяние, угризение, угризения, умиление, лишения
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τύψη
τύψη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τύψη στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τύφλωση στα βουλγαρικά - слепота, слепотата, ослепяване, до слепота
- τύχη στα βουλγαρικά - случай, късмет, състояние, богатство, щастие, съдба
- τώρα στα βουλγαρικά - сега, предприятието, с предприятието, се с предприятието, вече
- υαλώδης στα βουλγαρικά - оцъклен, изцъклен, стъкловидно, стъкловиден, стъклено
Τυχαίες λέξεις
Τύψη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: разкаяние, угризение, угризения, умиление, лишения
Μεταφράσεις: разкаяние, угризение, угризения, умиление, лишения