Έμβολο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: έμβολο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бутало, буталата, буталния, бутален, бутални
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έμβολο
μικρό έμβολο, υδραυλικό έμβολο, μεγάλο έμβολο, έμβολο κινητήρα, καφετιέρα έμβολο, έμβολο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, έμβολο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- έλυτρο στα βουλγαρικά - обвивка, кания, ножницата, обвивката
- έμβασμα στα βουλγαρικά - парични преводи, превод, превеждане, превеждането, преотстъпване
- έμβρυο στα βουλγαρικά - зародиш, ембрион, плода, плод, фетуса
- έμπιστος στα βουλγαρικά - сигурен, заслужаващ доверие, надежден, любимата, верния
Τυχαίες λέξεις
Έμβολο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бутало, буталата, буталния, бутален, бутални
Μεταφράσεις: бутало, буталата, буталния, бутален, бутални