Έμβολο στα πολωνικά

Μετάφραση: έμβολο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tłok, recenzja, prasa, tłoczek, tłoka, tłokowe, tłokowy
Έμβολο στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έμβολο

μικρό έμβολο, υδραυλικό έμβολο, μεγάλο έμβολο, έμβολο κινητήρα, καφετιέρα έμβολο, έμβολο λεξικό γλώσσας πολωνικά, έμβολο στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • έλυτρο στα πολωνικά - obłuskiwać, plewa, łupać, łuska, łuszczyć, łupinka, łuskać, ...
  • έμβασμα στα πολωνικά - przelew, wypłata, przesyłka, wpłata, przekaz, rymesa, dotyczące przekazu, ...
  • έμβρυο στα πολωνικά - embrion, zarodek, zalążek, płód, płodu, fetus, płodem
  • έμπιστος στα πολωνικά - powiernik, zausznik, wierny, trusty, sprawdzony, zaufany, można zaufać
Τυχαίες λέξεις
Έμβολο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: tłok, recenzja, prasa, tłoczek, tłoka, tłokowe, tłokowy