Έμβολο στα τούρκικα

Μετάφραση: έμβολο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
piston, pistonlu, pistonu, pistonun
Έμβολο στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έμβολο

μικρό έμβολο, υδραυλικό έμβολο, μεγάλο έμβολο, έμβολο κινητήρα, καφετιέρα έμβολο, έμβολο λεξικό γλώσσας τούρκικα, έμβολο στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • έλυτρο στα τούρκικα - kabuk, kılıf, kılıfı, kılıflı, kılıfın, kaplama
  • έμβασμα στα τούρκικα - havale, para gönderme
  • έμβρυο στα τούρκικα - cenin, fetus, fetüs, fetusun, fetüsün
  • έμπιστος στα τούρκικα - güvenilir, sadık, trusty, güvenilir kimse
Τυχαίες λέξεις
Έμβολο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: piston, pistonlu, pistonu, pistonun