Αντισταθμίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αντισταθμίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
возещата, уравновесеност, спокойствие, самоувереност, уравновесявам, закрепвам
Αντισταθμίζω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντισταθμίζω

αντισταθμίζω ορισμός, αντισταθμίζω λεξικο, αντισταθμίζω προταση, αντισταθμίζω προτασεις, αντισταθμίζω σημασια, αντισταθμίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αντισταθμίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αντιπρόσωπος στα βουλγαρικά - представител, представителна, представителен, представителни, представител на
  • αντιστέκομαι στα βουλγαρικά - устои, устоят, съпротивлява, съпротивляват, се противопоставят
  • αντιστοιχώ στα βουλγαρικά - съответства, отговаря, съответстват, отговарят, да съответства
  • αντιστρέφω στα βουλγαρικά - обратен, обратната, обърне, обратно, обратна
Τυχαίες λέξεις
Αντισταθμίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: возещата, уравновесеност, спокойствие, самоувереност, уравновесявам, закрепвам