Αντισταθμίζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αντισταθμίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўраўнаважанасць, ураўнаважанасць, уравновешенного, стрыманасьць
Αντισταθμίζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντισταθμίζω

αντισταθμίζω ορισμός, αντισταθμίζω λεξικο, αντισταθμίζω προταση, αντισταθμίζω προτασεις, αντισταθμίζω σημασια, αντισταθμίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αντισταθμίζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αντιπρόσωπος στα λευκορωσικά - прадстаўнік, прадстаўніца
  • αντιστέκομαι στα λευκορωσικά - супраціўляцца, супрацівіцца
  • αντιστοιχώ στα λευκορωσικά - адпавядаць
  • αντιστρέφω στα λευκορωσικά - зваротны, адваротны, назад
Τυχαίες λέξεις
Αντισταθμίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўраўнаважанасць, ураўнаважанасць, уравновешенного, стрыманасьць