Αρδεύω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αρδεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
поливам, поя, се напоява, промийте хирургическото, оросяват и овлажняват
Αρδεύω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρδεύω

αρδεύω συνώνυμα, αρδεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αρδεύω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αργόστροφος στα βουλγαρικά - муден, бавен, мудно, слаб, в застой
  • αργόσχολος στα βουλγαρικά - безделник, мокасина, обувка, празноскитащ
  • αρετή στα βουλγαρικά - добродетел, силата, поради, основа, основание
  • αριθμητική στα βουλγαρικά - аритметика, аритметична, средноаритметичната, аритметично, аритметиката
Τυχαίες λέξεις
Αρδεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: поливам, поя, се напоява, промийте хирургическото, оросяват и овлажняват