Αρδεύω στα ουγγρικά

Μετάφραση: αρδεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
áztat, öntöz, öntözni, öntözésére, öblítsen
Αρδεύω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρδεύω

αρδεύω συνώνυμα, αρδεύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αρδεύω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αργόστροφος στα ουγγρικά - lomha, lassú, lanyha, a lassú, nehézkesen mozgó
  • αργόσχολος στα ουγγρικά - lusta, tétlen, henyélő, léhűtő
  • αρετή στα ουγγρικά - erény, alapján, értelmében, fogva, révén
  • αριθμητική στα ουγγρικά - aritmetika, számtani, számtan, aritmetikai, aritmetikus
Τυχαίες λέξεις
Αρδεύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: áztat, öntöz, öntözni, öntözésére, öblítsen