Αρδεύω στα εσθονικά

Μετάφραση: αρδεύω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
niisutama, loputada, loputage, niisutamiseks, niisutada
Αρδεύω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρδεύω

αρδεύω συνώνυμα, αρδεύω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αρδεύω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αργόστροφος στα εσθονικά - loid, aeglane, pikatoimeline, aeglase, loiu
  • αργόσχολος στα εσθονικά - tühikäigul, jõude, looder, logard, paadialune, logeleja, Mokkasiini
  • αρετή στα εσθονικά - tublidus, kunstimaitse, toime, voorus, alusel, tõttu, kohaselt, ...
  • αριθμητική στα εσθονικά - aritmeetika, aritmeetiline, aritmeetilise, aritmeetilist, aritmeetilisest
Τυχαίες λέξεις
Αρδεύω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: niisutama, loputada, loputage, niisutamiseks, niisutada