Βίαιος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βίαιος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
насилствен, яростен, бурен, насилие, насилствено
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βίαιος
βίαιος σταυροφόρος, βίαιοσ θάνατοσ 17χρονησ από βαφή μαλλιών, βίαιος άντρας, βίαιος διδάσκαλος ο πόλεμος, βίαιος σύντροφος, βίαιος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βίαιος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βήχω στα βουλγαρικά - кашлица, кашлицата, за кашлица, на кашлица
- βία στα βουλγαρικά - сила, насилие, насилието, с насилието, на насилието
- βίδα στα βουλγαρικά - винт, винтова, винтов, на винт, шнек
- βίζα στα βουλγαρικά - виза, визовия режим, визовия, на визовия режим, визова
Τυχαίες λέξεις
Βίαιος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: насилствен, яростен, бурен, насилие, насилствено
Μεταφράσεις: насилствен, яростен, бурен, насилие, насилствено